Γράφει ο Νίκος Σκουλάς*
Ο μέγας φιλόσοφος, Ηράκλειτος, από την Έφεσο της Ιωνίας, είχε την διόραση να συλλάβει και να αποτυπώσει την συμπαντική ισορροπία, την ενότητα του ορατού και του αοράτου κόσμου, του υλικού και του πνευματικού μαζί.
Εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί και ξεριζωμένοι παρακολουθούν σήμερα, εκατό χρόνια μετά, με την αιώνια θέαση του Ηρακλείτου. Αναρωτιούνται, αν τους θυμούνται, ποιοι τους θυμούνται και πώς τους θυμούνται…
Τί θα πει Μικρά Ασία, τί Πόντος και τί Ανατολική Θράκη; Υπάρχουν αυτοί οι τόποι, ως οικεία ονόματα, στη συλλογική μας μνήμη; Διότι, ό,τι συντηρείται στην μνήμη, υπάρχει και δημιουργεί όραμα.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΟ 1821.
Από τον ενδέκατο προ Χριστού αιώνα, οι Έλληνες, ανοίχτηκαν στην θάλασσα. Αποίκησαν την γη της Ιωνίας, της Αιολίας και της Δωρίδας, στην δυτική Μικρά Ασία. Οι Μεγαρείς, ίδρυσαν το Βυζάντιο στον Βόσπορο.
Ο Ελληνισμός ριζωμένος στις δύο όχθες του Αιγαίου ξεχύθηκε με τον δεύτερο αποικισμό στον Εύξεινο Πόντο και στην υπόλοιπη Μεσόγειο. Μίλητος, Έφεσος, Σμύρνη, Τράλλεις, Πέργαμος, Κυδωνίες, Φώκαια, Αλικαρνασσός. Και μετά, Σινώπη, Τραπεζούντα, Σαμψούντα, Αμισός. Ονόματα, που για χιλιάδες χρόνια παρέπεμπαν σε ανοικτούς ορίζοντες, σε πλεύσεις αυτοπεποίθησης με οικουμενικά δημιουργήματα.
Ο Όμηρος, έγραψε την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στην γη της Ιωνίας. Ίσως, από ανάγκη επικράτησης σε εκείνα τα χώματα. Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, διέπλασαν επιστημονική σκέψη και μέθοδο, σε εκείνη την φιλόξενη γη.
Γιατί άραγε εκεί; Η Μικρασία, είναι ένας συμπαγής και ευμεγέθης γεωγραφικός σωλήνας. Μεταφέρει επεξεργασμένη, την δύναμη, τον πλούτο και την σκέψη της μείζονος Ασίας, στα νερά του Αιγαίου. Η χερσόνησος αυτή, έχει ενδοχώρα ικανή να θρέψει μεγάλους πληθυσμούς, να αντέξει σθεναρή άμυνα και να υποστηρίξει κρατικές οντότητες μεγάλων αξιώσεων.
Όποιος πολιτικός σχηματισμός κυβερνά και τις δύο όχθες του Αιγαίου, ασιατική και ευρωπαϊκή μαζί, έχει παγκόσμιο ρόλο. Τούτο διδάσκει η ιστορία χιλιετιών. Τούτο έκανε ο Αγαμέμνωνας, ο Δαρείος, ο Αλέξανδρος, η Ρώμη, το Βυζάντιο, οι Οθωμανοί. Το ίδιο αποπειράθηκε και ο Βενιζέλος το 1919.
Ο Μέγας Αλέξανδρος και οι επίγονοι, ολοκλήρωσαν τον εξελληνισμό της περιοχής. Η Μικρασία δέχθηκε το Ευαγγέλιο της νέας θρησκείας, πρώτη, στην ελληνόφωνη ανατολή.
Η χιλιόχρονη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, μετατόπισε το κέντρο βάρους του χριστιανικού πια Ελληνισμού, στην Κωνσταντινούπολη και την Προποντίδα.
Η νίκη των Τούρκων στο Μάτζικερτ, το 1071, επέτρεψε την εδραίωσή τους στην Μικρασία. Ακολούθησε, ο σταδιακός εξισλαμισμός του πληθυσμού, που επιδεινώθηκε πλειοψηφικά, μετά την πτώση της Πόλης, το 1453.
Για αιώνες, οι υπόδουλοι Ρωμιοί, ταύτιζαν τα δρώμενα της Ωραίας Πύλης στην εκκλησία, με την μνήμη της εθνικής τους ταυτότητας. Δεν είχαν, εξ άλλου, άλλη θεσμική συγκρότηση.
ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΥΓΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ.
Ο ξεσηκωμός του Γένους το 1821, ήταν μια ανάταση. Ωστόσο, το περιορισμένο ελληνικό κράτος, στον νότο της Βαλκανικής, δεν συνιστούσε καταλυτική απειλή για τους Τούρκους, που κυριαρχούσαν στις δύο όχθες του Αιγαίου, τετρακόσια χρόνια.
Ο Ελληνισμός του 19ου αιώνα, όμως, κάλπαζε δημογραφικά και οικονομικά. Πρωτοστατούσε, σε παιδεία, ναυτοσύνη και εμπόριο, μέσα στην παρακμάζουσα επικράτεια του Σουλτάνου. Ανατρέφονταν με την Μεγάλη Ιδέα. Αντιλαμβάνονταν την υπόστασή του, ως κληρονόμο ιστορικών αποστολών.
Η ανασύσταση ισχυρού ελληνικού κράτους στην περιοχή που διαβιούσαν και είχαν ιστορική παρουσία οι Έλληνες, ήταν ο σαφώς υπονοούμενος στόχος, με την συνδρομή της επεκτεινόμενης Δύσης. Η φράση «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι», γαλουχούσε γενιές.
Σύμφωνα με σοβαρές απογραφές, το 1912, πάνω από δύο εκατομμύρια (2.000.000)Έλληνες ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη, την Ανατολική Θράκη, στον Πόντο και στην Μικρά Ασία. Ήταν η πιο προοδευμένη εθνότητα της περιοχής. Μεσολαβούσε στο εμπόριο Δύσης και Εγγύς Ανατολής, έμπλεη αυτοπεποίθησης, τεχνογνωσίας, πνευματικού επιπέδου και εξωστρέφειας.
Στην αυγή του 20ου αιώνα, φαινόταν η παρακμή των πολυεθνικών αυτοκρατοριών στην Ευρώπη. Διακρίνονταν η ανάδειξη των αμιγώς εθνικών κρατών. Οι λαοί, πέρα από το φιλελεύθερο πνεύμα του αυτοπροσδιορισμού, ποτίζονταν έντονα και από το δηλητήριο του εθνικισμού. Κάθε αλλοεθνής ή αλλογενής σύνοικος, εύκολα στοχοποιούνταν, ως εν δυνάμει εχθρός της εξελισσόμενης εθνικής προσπάθειας.
Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΘΝΟΚΑΘΑΡΣΗΣ.
Ήδη από το 1908, η επανάσταση των Νεοτούρκων και το Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος, είχαν σαφή πολιτικό στόχο. Μεθόδευαν την δημιουργία ενός αμιγώς εθνικού τουρκικού κράτους, απαλλαγμένου από χριστιανούς, στην Μικρασία και τη Θράκη, που ήταν και ο κορμός της αυτοκρατορίας.
Αυτός, ο ξεκάθαρος και αταλάντευτος στόχος της πληθυσμιακής εκκαθάρισης, φωτίζει όλα τα δράματα των επομένων ετών, συντελεσμένα έως και το 1974.
Με αυτή την στόχευση, αρχίζει ο πρώτος διωγμός των Ελλήνων το 1913, την επομένη των Βαλκανικών πολέμων. Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, η εξόντωση των Ελλήνων συστηματοποιείται με φόνους, βία, διωγμούς και τα διαβόητα τάγματα εργασίας, τα «αμελέ ταμπουρού». Οι εθνοτικές εκκαθαρίσεις και οι γενοκτονικές ενέργειες εις βάρος των χριστιανών της αυτοκρατορίας, εκτελούνταν από την Ειδική Οργάνωση (Τεσκιλάτ -ι- Μαχσούσα), που αποτελούσε μυστική υπηρεσία των Νεότουρκων. Χρησιμοποιούσε ένοπλες συμμορίες μουσουλμάνων, τους Τσέτες. Τελούσαν υπό την καθοδήγηση αξιωματικών του οθωμανικού στρατού ή της χωροφυλακής. Οι Τσέτες έκαναν επιδρομές στα ελληνικά χωριά τρομοκρατώντας και σκοτώνοντας τους κατοίκους, που τρέπονταν σε φυγή. Αμέσως μετά, οι περιουσίες τους διαμοιράζονταν σε μουσουλμάνους.
Από το 1913 μέχρι το 1918, οι διωγμένοι Έλληνες ανέρχονταν μεταξύ 500.000 και 755.000 ατόμων . Σε αυτούς, περιλαμβάνονται και οι εκτοπισμένοι εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Ο Σουλτάνος, ως σύμμαχος του Γερμανού Κάιζερ, συνδράμεται από τον απεσταλμένο του, στρατηγό Λίμαν φον Σάντερς. Σχεδιάζουν με συστηματικότητα την ριζική εξόντωση των χριστιανών της Ανατολής. Συντελείται έτσι η γενοκτονία ενάμιση περίπου εκατομμυρίου χριστιανών Αρμενίων και Ασσυρίων το 1914-15. Είκοσι χρόνια πριν είχε αποκεφαλιστεί η πνευματική τους ηγεσία.
Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος φέρνει το διχασμό στην Ελλάδα. Ο πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος, είναι πεισμένος για την νίκη των Αγγλογάλλων Συμμάχων. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος και το περιβάλλον του, εμμένουν στην φιλογερμανική ουδετερότητα, την ώρα που η Τουρκία και η Βουλγαρία έχουν συμμαχήσει με την Γερμανία. Τα κεκτημένα των βαλκανικών πολέμων και η τύχη του Ελληνισμού, απειλούνται ριζικά.
Το καλοκαίρι του 1916, ο Βενιζέλος, κάνει το κίνημα της Εθνικής Άμυνας και την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης . Ο Κωνσταντίνος εξορίζεται και τον διαδέχεται στο θρόνο ο γιος του Αλέξανδρος. Με την συνδρομή του Ελληνικού Στρατού, ιδίως στην μάχη του Σκρά, οι Σύμμαχοι νικούν στο Μακεδονικό Μέτωπο. Στο τέλος του Πολέμου, η Ελλάδα διαπραγματεύεται στις Βερσαλλίες με τους νικητές. Το θωρηκτό Αβέρωφ, ναυλοχεί στον Κεράτιο Κόλπο, δίπλα στην Αγιά Σοφιά. Η οθωμανική αυτοκρατορία, είναι υπό διάλυση.
Το υπόμνημα με τις εδαφικές διεκδικήσεις, υποβάλλεται τον Δεκέμβριο του 1918 στο Συμβούλιο των νικητών Συμμάχων. Ο Βενιζέλος δεν ζητεί, απαιτεί. «Η Ελλάς δεν πηγαίνει εκεί όπου της λείπει η εθνολογική βάσις». Το υπόμνημα των ελληνικών αξιώσεων, συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την Θράκη, την Βόρεια Ήπειρο, και μια εκτεταμένη επικράτεια στην Δυτική Μικρά Ασία, που ξεκινά από την Πάνορμο στην Προποντίδα και καταλήγει στην Μάκρη, απέναντι από την Ρόδο.
Διαφαίνονταν ξεκάθαρα η στρατηγική στοχοθέτηση του Βενιζέλου για την πολιτική ενοποίηση των δύο ακτών του Αιγαίου. Η γεωγραφική βάση δηλαδή, που δημιουργεί την κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο τουλάχιστον. Και δεν απέκλειε, ο Βενιζέλος, την αμοιβαία ανταλλαγή πληθυσμών, προκειμένου η Ελλάδα και η Τουρκία να αποκτήσουν εθνική ομοιογένεια, στα νέα τους σύνορα.
Απέναντι στις λογής διεκδικήσεις των αποικιοκρατών, η Ελλάδα το 1918 είχε την ιστορική ευκαιρία της εθνικής αποκατάστασης. Πλέον τούτου, είχε ήδη πάνω από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα από τους διωγμούς του 1914. Η μοίρα των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) Ελλήνων, εάν παρέμεναν υπό τους Νεότουρκους, ήταν προδιαγεγραμμένη: είτε με γενοκτονία είτε με εθνοκαθάρσεις, θα έπαυε η παρουσία τους στην Μικρά Ασία. Αυτό είχε αποδείξει η γενοκτονία των Αρμενίων, λίγα χρόνια πριν. Και το ίδιο έδειξε η τύχη των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου, της Τενέδου και της κατεχόμενης Κύπρου, δεκαετίες μετά.
Ο νέος Ελληνισμός, διέθετε την κρίσιμη εκείνη συγκυρία το λαμπρότερο πολιτικό του τέκνο. Ο Βενιζέλος είχε διορατικότητα, ενεργητικότητα, μεγαλείο και διπλωματική οξύνοια, ιστορικού εκτοπίσματος. Το ανάστημα και η αξία του πολιτικού προσωπικού, παίζει πάντα σπουδαίο ρόλο, ως συνισταμένη ισχύος, ιδίως σε μικρά κράτη.
Η Ελλάδα της Μελούνας, με όραμα την αποξήρανση της Κωπαΐδας λίμνης, σχεδίαζε τώρα, την εθνική της ολοκλήρωση ως νικήτρια υπό την καθοδήγηση του Εθνάρχη. Τα πιο δυναμικά στοιχεία του Ελληνισμού, στοιχίζονταν πίσω από το όραμα του νέου Οδυσσέα, που αντιλαμβανόταν την σημασία του υγρού στοιχείου. Στοίχιζε την χώρα, με τις παγκόσμιες δυνάμεις που κυριαρχούν στην θάλασσα, κατά το ισχύον δόγμα.
Συχνά ο έμμετρος λόγος, οι στίχοι των τραγουδιών, αποδίδουν καλύτερα την πραγματικότητα. Γιατί ο στίχος, είναι ο λόγος που έχει αποδοχή, ως αφομοιωμένη και μεταδιδόμενη πεποίθηση του λαού. Ο στίχος, εκφράζει κατασταλαγμένα συναισθήματα. Γράφει ο Ι. Καμπανέλης, για τον μπροστάρη Βενιζέλο:
«Σήμερα σε είδα κι αναγάλλιασα, εσένα που σε βύζαξαν οι Μοίρες, σήμερα σε είδα...
Όνειρο κι ελπίδες το στεφάνι μου που σε στόλισα μπροστάρη μου.
Γύρισε ν’ ανοίξεις τις Πόρτες τις Μεγάλες, που κλείσανε μια νύχτα μπρε που κλείσανε μια νύχτα…
Μάζεψε το σπόρο από τ’ αλώνια τα μαρμαρένια
Και σπείρε τα καρπερά χωράφια, Ακρίτες να αναστηθούν καβαλάρηδες…».
Την 2α Μαΐου 1919, ο «Μπροστάρης» πετυχαίνει την απόβαση του ελληνικού Στρατού στην Σμύρνη. Ξεκινά το διάγγελμά του, με την φράση «Το πλήρωμα του χρόνου έφθασε …» παραγγέλνοντας ισονομία για τους σύνοικους πληθυσμούς.
Στις 19 του Μάη του 1919, ο Κεμάλ Ατατούρκ υψηλόβαθμος στρατιωτικός και στέλεχος των Νεοτούρκων αποβιβάζεται στην Σαμψούντα του Πόντου. Οργανώνει την αντίσταση των Τούρκων, ερήμην της εξουσίας του Σουλτάνου, τον οποίο εμφανίζει ως αιχμάλωτο των Συμμάχων στην Πόλη. Πρώτο θύμα του, ο Ποντιακός Ελληνισμός. Τριακόσιες πενήντα τρεις χιλιάδες (353.000) Έλληνες του Πόντου αφανίστηκαν από τους Τσέτες, προεξάρχοντος του Τοπάλ Οσμάν. Ίδιες πάντα οι γενοκτόνες και οι εθνοεκκαθαριστικές μεθοδεύσεις. Φόνοι, εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας.
«Εκάηκεν το Τσάμπασιν κι απέμναν τα ντουβάρια, κι ερούξασιν για να σωθούν τσ’ Ορντούς τα παλικάρια γιαρ γιαρ αμάν…» Η γενοκτονία των Ποντίων, είναι άλλη μια μεγάλη πληγή του Ελληνισμού.
Ως το καλοκαίρι του 1920, ο ελληνικός στρατός έχει προωθηθεί από το Αϊδίνι έως τα Μουδανιά και από την Προύσα έως την Φιλαδέλφεια. Η επί του εδάφους αποκατάσταση, έχει συντελεστεί. Οι Εθνικαμυνίτες αρχηγέτες του στρατεύματος, μεταδίδουν την ορμή του Μπροστάρη τους.
Ιδρύεται Πανεπιστήμιο στην Σμύρνη. Οι πρόσφυγες επιστρέφουν. Η τάξη αποκαθίσταται. Και ο Αρμοστής Στεργιάδης, επιβλέπει την ισονομία χριστιανών και μουσουλμάνων στην περιοχή, με μεγάλες πικρίες από τους πρώτους.
Ναι, υπήρξαν αντεκδικήσεις για τις επιθέσεις εις βάρος του ελληνικού στοιχείου στο Αϊδίνιο, στην Πέργαμο και αλλού. Το ίδιο και στην υποχώρηση του στρατού, το 1922. Είναι ξεκάθαρο, ωστόσο, ότι δεν υπήρξε από την ελληνική διοίκηση γενοκτόνος και εθνοκαθαριστική πολιτική εις βάρος των Τούρκων.
Η απόβαση στην Σμύρνη, ωστόσο, σήμανε τόσο καίριο πλήγμα για το τουρκικό έθνος, όσο αντίστροφα αποκαταταστικό ρόλο είχε για τον ελληνισμό. Η σφαγή της Χίου, ένα αιώνα πριν, σχετίζεται με το άγγιγμα του κεντρικού νεύρου του οθωμανικού κράτους, που είναι η Μικρά Ασία.
Η Συνθήκη των Σεβρών, αποδίδει στην Ελλάδα όλη την Θράκη και την προσωρινή διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης. Η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, τίθενται υπό διεθνή έλεγχο. Ο Εθνάρχης, όπως και ο οίκος των Λασκάρεων της Νίκαιας, επτακόσια χρόνια πριν, έβλεπε την Βασιλεύουσα, μέσω της Μικράς Ασίας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1920, σαράντα μέρες από την Συνθήκη των Σεβρών, διοργανώνεται ευχαριστήρια τελετή στην Αθήνα. Ακούστε αφήγηση ακμάζοντος Ελληνισμού των ημερών: «Μιλιούνια ανθρώπων συρρέουν προς το Παναθηναϊκό Στάδιο για να υποδεχθούν τους νέους εθνικούς ολυμπιονίκες. Το Στάδιο, οι όχθες του Ιλισού, οι Στήλες του Ολυμπίου Διός είχαν πλημμυρίσει. Υπήρχε συγκίνηση, ήταν σιωπηλοί και δακρυσμένοι. Πολλοί έκλαιγαν. Τότε εμφανίστηκε η πομπή. Μπροστά ο βασιλιάς Αλέξανδρος, πίσω ο Βενιζέλος με το Υπουργικό Συμβούλιο. Ακολουθούσαν εκατό αρχιερείς από όλες τις λεύτερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Το λάβαρο της Αγίας Λαύρας που πρώτη φορά βγήκε από την άγια Κρύπτη, η εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου. Ύστερα με τις σημαίες τους οι Μακεδόνες. Ένα γιγάντιο πανό τους έγραφε: “Οι Μακεδόνες στον ελευθερωτή τους”, οι Θράκες, οι Ηπειρώτες, μετά οι βρακοφόροι της Μεραρχίας Κρητών από την Σμύρνη, ένας ουλαμός από την Μεραρχία Αρχιπελάγους....Στο Στάδιο άναψαν οι βωμοί με το λιβανωτό για τους νεκρούς. Όταν άρχισαν να ψάλλουν όλοι με μια φωνή “Τη Υπερμάχω” και ακούστηκαν οι κανονιοβολισμοί από τον Λυκαβηττό, υπήρξε μία ιερή αλλοφροσύνη. “Δευτέρα Παρουσία του Ελληνισμού” ψυθίριζαν ο ένας στον άλλο με τρεμάμενη φωνή και έκλαιγαν.»
ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ 1ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1920 ΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ.
Όμως, ο Βενιζέλος χρειάζεται πολιτική νομιμοποίηση για την συνέχιση της δράσης του. Είναι φιλελεύθερος και θέλει να ομιλεί σε ισότιμη δημοκρατική βάση με τους ομότιμούς του, διεθνώς. Προκηρύσσει εκλογές για την 1η Νοεμβρίου 1920, και τις χάνει. Δεν εκλέγεται ούτε ο ίδιος βουλευτής. Αποχωρεί για το Παρίσι το πρωί της επομένης, συντετριμμένος.
Η Ηνωμένη Αντιπολίτευση, υπό τον Δ. Γούναρη, αν και μιλούσε προεκλογικά για παύση του «αποικιακού πολέμου», ενορχηστρώνει την επιστροφή του εξόριστου Βασιλιά Κωνσταντίνου. Δίνει έτσι το πρόσχημα στους συμμάχους, Γάλλους και Ιταλούς, να μας εγκαταλείψουν. Συνάπτουν χωριστές συμφωνίες που ενισχύουν σε όπλα, χρήμα και αναγνώριση τον Κεμάλ. Το ίδιο και η νεαρή Σοβιετική Ένωση. Η Βρετανία παρακολουθεί ουδετερόφιλη.
Η νέα κυβέρνηση, επιχειρώντας να εμπεδώσει την ισχύ της, αντικαθιστά την εμπειροπόλεμη ηγεσία του στρατεύματος. Συνεχίζει τις επιχειρήσεις προς Κιουτάχεια, Εσκί Σεχήρ και Αφιόν Καραχισάρ. Τα καταλαμβάνει με πολυαίμακτους αγώνες και αυταπάρνηση των στρατιωτών. Ωστόσο, αποτυγχάνει να εγκλωβίσει το κύριο σώμα του κεμαλικού στρατού, που υποχωρεί οχυρώνοντας το βάθος της ατέρμονης Μικρασίας.
Ο αυτοεξόριστος Βενιζέλος, έχει μεταφράσει τον Θουκυδίδη. Ξέρει από την Ιστορία. Η άλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες κατά την Ιωνική Επανάσταση το 499πΧ ήταν μια μεγάλη τραγωδία της ελληνικής αρχαιότητας. Κάνει αναπόφευκτους συνειρμούς. Ξέρει, ότι η δύναμη του Ελληνισμού βρίσκεται στις ακτές και στο υγρό στοιχείο. Και προειδοποιεί: Προς Θεού, μην προχωρείτε στο εσωτερικό. Δεν υπάρχει εθνολογική βάση και απομακρύνετε τις γραμμές ανεφοδιασμού. «Αν έκανεν ο Βενιζέλος την Μεγάλη Ελλάδα, εμείς θα κάνουμε την Μεγίστη», ήταν η υπερφίαλη απάντηση.
Ακολουθεί Ανώτατο Πολεμικό Συμβούλιο στην Κιουτάχεια, παρουσία του Βασιλιά, τον Ιούλιο του 1921. Αποφασίζεται η προέλαση προς Άγκυρα. Το «προχωρείτε» σαλπίζει ξανά, προς την όχθη του Σαγγάριου ποταμού. Μετά την μάταιη σφαγή στο Καλέ Γκρότο, ο ελληνικός στρατός φθάνει έως τις αποθήκες του Πολατλί, έξω από την Άγκυρα. Η επίθεση έχει αμφίρροπο χαρακτήρα. Δεκαπέντε κρίσιμα λεπτά, σημειώνει ο βιογράφος του Κεμάλ. Την ώρα όπου ο Ατατούρκ πιεζόμενος, ετοιμάζονταν να διατάξει υποχώρηση και εγκατάλειψη της Άγκυρας, έλαβε το τηλεφώνημα για την απαγκίστρωση του δικού μας στρατού. Αυτό ήταν το ζενίθ της ελληνικής επίθεσης. Ο στρατός συμπτύσσεται στην γραμμή Εσκή Σεχήρ - Αφιόν Καραχισάρ και μένει αδρανής για ένα έτος. Η πτώση της Άγκυρας, ίσως να έφερνε την κατάρρευση ή την συνδιαλλαγή του Κεμάλ. Αλλά η Ιστορία, δεν γράφεται με αν.
Οι προσπάθειες για διπλωματική λύση στο Λονδίνο, δεν καρποφορούν. Η διαθεσιμότητα του Βενιζέλου για συνδρομή, απορρίπτεται υπό το μίσος του διχασμού. Οι Μικρασιάτες, επιχειρούν το κίνημα της Άμυνας, που θα τους επέτρεπε την αυτόνομη οργάνωση. Όλα όμως μένουν ημιτελή. Δεν οργανώνεται σοβαρή δεύτερη γραμμή άμυνας, στην αναμενόμενη επίθεση του Κεμάλ. Οι Εθνικαμυνίτες αξιωματικοί, παραμένουν καθαιρεμένοι στην Κωνσταντινούπολη.
Σε ένα χρόνο, το μαχητικό πνεύμα της στρατιάς έχει πέσει, από τις μάταιες απώλειες και το ανέμπνευστο της ηγεσίας. Η νίκη, η κάθε νίκη απαιτεί έμπνευση και ισχύ, όραμα και αυτοπεποίθηση. Τα ιστορικά διακυβεύματα, «οι Πόρτες οι μεγάλες», χρειάζονται ιστορικά μεγέθη και εκτοπίσματα. Δεν μπορούσαν μεσαίες πολιτικές προσωπικότητες, παρά τον πατριωτισμό τους, να ανατρέψουν μόνες τα κεκτημένα του Μάτζικερτ. Τούτο, ιδίως σε δυσμενές διεθνές περιβάλλον που προκαλούσε η ίδια η παρουσία και το παρελθόν τους.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος φέρνει το διχασμό στην Ελλάδα. Ο πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος, είναι πεισμένος για την νίκη των Αγγλογάλλων Συμμάχων. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος και το περιβάλλον του, εμμένουν στην φιλογερμανική ουδετερότητα, την ώρα που η Τουρκία και η Βουλγαρία έχουν συμμαχήσει με την Γερμανία. Τα κεκτημένα των βαλκανικών πολέμων και η τύχη του Ελληνισμού, απειλούνται ριζικά.
Το καλοκαίρι του 1916, ο Βενιζέλος, κάνει το κίνημα της Εθνικής Άμυνας και την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης . Ο Κωνσταντίνος εξορίζεται και τον διαδέχεται στο θρόνο ο γιος του Αλέξανδρος. Με την συνδρομή του Ελληνικού Στρατού, ιδίως στην μάχη του Σκρά, οι Σύμμαχοι νικούν στο Μακεδονικό Μέτωπο. Στο τέλος του Πολέμου, η Ελλάδα διαπραγματεύεται στις Βερσαλλίες με τους νικητές. Το θωρηκτό Αβέρωφ, ναυλοχεί στον Κεράτιο Κόλπο, δίπλα στην Αγιά Σοφιά. Η οθωμανική αυτοκρατορία, είναι υπό διάλυση.
Το υπόμνημα με τις εδαφικές διεκδικήσεις, υποβάλλεται τον Δεκέμβριο του 1918 στο Συμβούλιο των νικητών Συμμάχων. Ο Βενιζέλος δεν ζητεί, απαιτεί. «Η Ελλάς δεν πηγαίνει εκεί όπου της λείπει η εθνολογική βάσις». Το υπόμνημα των ελληνικών αξιώσεων, συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την Θράκη, την Βόρεια Ήπειρο, και μια εκτεταμένη επικράτεια στην Δυτική Μικρά Ασία, που ξεκινά από την Πάνορμο στην Προποντίδα και καταλήγει στην Μάκρη, απέναντι από την Ρόδο.
Διαφαίνονταν ξεκάθαρα η στρατηγική στοχοθέτηση του Βενιζέλου για την πολιτική ενοποίηση των δύο ακτών του Αιγαίου. Η γεωγραφική βάση δηλαδή, που δημιουργεί την κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο τουλάχιστον. Και δεν απέκλειε, ο Βενιζέλος, την αμοιβαία ανταλλαγή πληθυσμών, προκειμένου η Ελλάδα και η Τουρκία να αποκτήσουν εθνική ομοιογένεια, στα νέα τους σύνορα.
Απέναντι στις λογής διεκδικήσεις των αποικιοκρατών, η Ελλάδα το 1918 είχε την ιστορική ευκαιρία της εθνικής αποκατάστασης. Πλέον τούτου, είχε ήδη πάνω από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα από τους διωγμούς του 1914. Η μοίρα των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) Ελλήνων, εάν παρέμεναν υπό τους Νεότουρκους, ήταν προδιαγεγραμμένη: είτε με γενοκτονία είτε με εθνοκαθάρσεις, θα έπαυε η παρουσία τους στην Μικρά Ασία. Αυτό είχε αποδείξει η γενοκτονία των Αρμενίων, λίγα χρόνια πριν. Και το ίδιο έδειξε η τύχη των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου, της Τενέδου και της κατεχόμενης Κύπρου, δεκαετίες μετά.
Ο νέος Ελληνισμός, διέθετε την κρίσιμη εκείνη συγκυρία το λαμπρότερο πολιτικό του τέκνο. Ο Βενιζέλος είχε διορατικότητα, ενεργητικότητα, μεγαλείο και διπλωματική οξύνοια, ιστορικού εκτοπίσματος. Το ανάστημα και η αξία του πολιτικού προσωπικού, παίζει πάντα σπουδαίο ρόλο, ως συνισταμένη ισχύος, ιδίως σε μικρά κράτη.
Η Ελλάδα της Μελούνας, με όραμα την αποξήρανση της Κωπαΐδας λίμνης, σχεδίαζε τώρα, την εθνική της ολοκλήρωση ως νικήτρια υπό την καθοδήγηση του Εθνάρχη. Τα πιο δυναμικά στοιχεία του Ελληνισμού, στοιχίζονταν πίσω από το όραμα του νέου Οδυσσέα, που αντιλαμβανόταν την σημασία του υγρού στοιχείου. Στοίχιζε την χώρα, με τις παγκόσμιες δυνάμεις που κυριαρχούν στην θάλασσα, κατά το ισχύον δόγμα.
Συχνά ο έμμετρος λόγος, οι στίχοι των τραγουδιών, αποδίδουν καλύτερα την πραγματικότητα. Γιατί ο στίχος, είναι ο λόγος που έχει αποδοχή, ως αφομοιωμένη και μεταδιδόμενη πεποίθηση του λαού. Ο στίχος, εκφράζει κατασταλαγμένα συναισθήματα. Γράφει ο Ι. Καμπανέλης, για τον μπροστάρη Βενιζέλο:
«Σήμερα σε είδα κι αναγάλλιασα, εσένα που σε βύζαξαν οι Μοίρες, σήμερα σε είδα...
Όνειρο κι ελπίδες το στεφάνι μου που σε στόλισα μπροστάρη μου.
Γύρισε ν’ ανοίξεις τις Πόρτες τις Μεγάλες, που κλείσανε μια νύχτα μπρε που κλείσανε μια νύχτα…
Μάζεψε το σπόρο από τ’ αλώνια τα μαρμαρένια
Και σπείρε τα καρπερά χωράφια, Ακρίτες να αναστηθούν καβαλάρηδες…».
Την 2α Μαΐου 1919, ο «Μπροστάρης» πετυχαίνει την απόβαση του ελληνικού Στρατού στην Σμύρνη. Ξεκινά το διάγγελμά του, με την φράση «Το πλήρωμα του χρόνου έφθασε …» παραγγέλνοντας ισονομία για τους σύνοικους πληθυσμούς.
Στις 19 του Μάη του 1919, ο Κεμάλ Ατατούρκ υψηλόβαθμος στρατιωτικός και στέλεχος των Νεοτούρκων αποβιβάζεται στην Σαμψούντα του Πόντου. Οργανώνει την αντίσταση των Τούρκων, ερήμην της εξουσίας του Σουλτάνου, τον οποίο εμφανίζει ως αιχμάλωτο των Συμμάχων στην Πόλη. Πρώτο θύμα του, ο Ποντιακός Ελληνισμός. Τριακόσιες πενήντα τρεις χιλιάδες (353.000) Έλληνες του Πόντου αφανίστηκαν από τους Τσέτες, προεξάρχοντος του Τοπάλ Οσμάν. Ίδιες πάντα οι γενοκτόνες και οι εθνοεκκαθαριστικές μεθοδεύσεις. Φόνοι, εκτοπίσεις και τα τάγματα εργασίας.
«Εκάηκεν το Τσάμπασιν κι απέμναν τα ντουβάρια, κι ερούξασιν για να σωθούν τσ’ Ορντούς τα παλικάρια γιαρ γιαρ αμάν…» Η γενοκτονία των Ποντίων, είναι άλλη μια μεγάλη πληγή του Ελληνισμού.
Ως το καλοκαίρι του 1920, ο ελληνικός στρατός έχει προωθηθεί από το Αϊδίνι έως τα Μουδανιά και από την Προύσα έως την Φιλαδέλφεια. Η επί του εδάφους αποκατάσταση, έχει συντελεστεί. Οι Εθνικαμυνίτες αρχηγέτες του στρατεύματος, μεταδίδουν την ορμή του Μπροστάρη τους.
Ιδρύεται Πανεπιστήμιο στην Σμύρνη. Οι πρόσφυγες επιστρέφουν. Η τάξη αποκαθίσταται. Και ο Αρμοστής Στεργιάδης, επιβλέπει την ισονομία χριστιανών και μουσουλμάνων στην περιοχή, με μεγάλες πικρίες από τους πρώτους.
Ναι, υπήρξαν αντεκδικήσεις για τις επιθέσεις εις βάρος του ελληνικού στοιχείου στο Αϊδίνιο, στην Πέργαμο και αλλού. Το ίδιο και στην υποχώρηση του στρατού, το 1922. Είναι ξεκάθαρο, ωστόσο, ότι δεν υπήρξε από την ελληνική διοίκηση γενοκτόνος και εθνοκαθαριστική πολιτική εις βάρος των Τούρκων.
Η απόβαση στην Σμύρνη, ωστόσο, σήμανε τόσο καίριο πλήγμα για το τουρκικό έθνος, όσο αντίστροφα αποκαταταστικό ρόλο είχε για τον ελληνισμό. Η σφαγή της Χίου, ένα αιώνα πριν, σχετίζεται με το άγγιγμα του κεντρικού νεύρου του οθωμανικού κράτους, που είναι η Μικρά Ασία.
Η Συνθήκη των Σεβρών, αποδίδει στην Ελλάδα όλη την Θράκη και την προσωρινή διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης. Η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, τίθενται υπό διεθνή έλεγχο. Ο Εθνάρχης, όπως και ο οίκος των Λασκάρεων της Νίκαιας, επτακόσια χρόνια πριν, έβλεπε την Βασιλεύουσα, μέσω της Μικράς Ασίας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1920, σαράντα μέρες από την Συνθήκη των Σεβρών, διοργανώνεται ευχαριστήρια τελετή στην Αθήνα. Ακούστε αφήγηση ακμάζοντος Ελληνισμού των ημερών: «Μιλιούνια ανθρώπων συρρέουν προς το Παναθηναϊκό Στάδιο για να υποδεχθούν τους νέους εθνικούς ολυμπιονίκες. Το Στάδιο, οι όχθες του Ιλισού, οι Στήλες του Ολυμπίου Διός είχαν πλημμυρίσει. Υπήρχε συγκίνηση, ήταν σιωπηλοί και δακρυσμένοι. Πολλοί έκλαιγαν. Τότε εμφανίστηκε η πομπή. Μπροστά ο βασιλιάς Αλέξανδρος, πίσω ο Βενιζέλος με το Υπουργικό Συμβούλιο. Ακολουθούσαν εκατό αρχιερείς από όλες τις λεύτερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Το λάβαρο της Αγίας Λαύρας που πρώτη φορά βγήκε από την άγια Κρύπτη, η εικόνα της Μεγαλόχαρης της Τήνου. Ύστερα με τις σημαίες τους οι Μακεδόνες. Ένα γιγάντιο πανό τους έγραφε: “Οι Μακεδόνες στον ελευθερωτή τους”, οι Θράκες, οι Ηπειρώτες, μετά οι βρακοφόροι της Μεραρχίας Κρητών από την Σμύρνη, ένας ουλαμός από την Μεραρχία Αρχιπελάγους....Στο Στάδιο άναψαν οι βωμοί με το λιβανωτό για τους νεκρούς. Όταν άρχισαν να ψάλλουν όλοι με μια φωνή “Τη Υπερμάχω” και ακούστηκαν οι κανονιοβολισμοί από τον Λυκαβηττό, υπήρξε μία ιερή αλλοφροσύνη. “Δευτέρα Παρουσία του Ελληνισμού” ψυθίριζαν ο ένας στον άλλο με τρεμάμενη φωνή και έκλαιγαν.»
ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ 1ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1920 ΩΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ.
Όμως, ο Βενιζέλος χρειάζεται πολιτική νομιμοποίηση για την συνέχιση της δράσης του. Είναι φιλελεύθερος και θέλει να ομιλεί σε ισότιμη δημοκρατική βάση με τους ομότιμούς του, διεθνώς. Προκηρύσσει εκλογές για την 1η Νοεμβρίου 1920, και τις χάνει. Δεν εκλέγεται ούτε ο ίδιος βουλευτής. Αποχωρεί για το Παρίσι το πρωί της επομένης, συντετριμμένος.
Η Ηνωμένη Αντιπολίτευση, υπό τον Δ. Γούναρη, αν και μιλούσε προεκλογικά για παύση του «αποικιακού πολέμου», ενορχηστρώνει την επιστροφή του εξόριστου Βασιλιά Κωνσταντίνου. Δίνει έτσι το πρόσχημα στους συμμάχους, Γάλλους και Ιταλούς, να μας εγκαταλείψουν. Συνάπτουν χωριστές συμφωνίες που ενισχύουν σε όπλα, χρήμα και αναγνώριση τον Κεμάλ. Το ίδιο και η νεαρή Σοβιετική Ένωση. Η Βρετανία παρακολουθεί ουδετερόφιλη.
Η νέα κυβέρνηση, επιχειρώντας να εμπεδώσει την ισχύ της, αντικαθιστά την εμπειροπόλεμη ηγεσία του στρατεύματος. Συνεχίζει τις επιχειρήσεις προς Κιουτάχεια, Εσκί Σεχήρ και Αφιόν Καραχισάρ. Τα καταλαμβάνει με πολυαίμακτους αγώνες και αυταπάρνηση των στρατιωτών. Ωστόσο, αποτυγχάνει να εγκλωβίσει το κύριο σώμα του κεμαλικού στρατού, που υποχωρεί οχυρώνοντας το βάθος της ατέρμονης Μικρασίας.
Ο αυτοεξόριστος Βενιζέλος, έχει μεταφράσει τον Θουκυδίδη. Ξέρει από την Ιστορία. Η άλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες κατά την Ιωνική Επανάσταση το 499πΧ ήταν μια μεγάλη τραγωδία της ελληνικής αρχαιότητας. Κάνει αναπόφευκτους συνειρμούς. Ξέρει, ότι η δύναμη του Ελληνισμού βρίσκεται στις ακτές και στο υγρό στοιχείο. Και προειδοποιεί: Προς Θεού, μην προχωρείτε στο εσωτερικό. Δεν υπάρχει εθνολογική βάση και απομακρύνετε τις γραμμές ανεφοδιασμού. «Αν έκανεν ο Βενιζέλος την Μεγάλη Ελλάδα, εμείς θα κάνουμε την Μεγίστη», ήταν η υπερφίαλη απάντηση.
Ακολουθεί Ανώτατο Πολεμικό Συμβούλιο στην Κιουτάχεια, παρουσία του Βασιλιά, τον Ιούλιο του 1921. Αποφασίζεται η προέλαση προς Άγκυρα. Το «προχωρείτε» σαλπίζει ξανά, προς την όχθη του Σαγγάριου ποταμού. Μετά την μάταιη σφαγή στο Καλέ Γκρότο, ο ελληνικός στρατός φθάνει έως τις αποθήκες του Πολατλί, έξω από την Άγκυρα. Η επίθεση έχει αμφίρροπο χαρακτήρα. Δεκαπέντε κρίσιμα λεπτά, σημειώνει ο βιογράφος του Κεμάλ. Την ώρα όπου ο Ατατούρκ πιεζόμενος, ετοιμάζονταν να διατάξει υποχώρηση και εγκατάλειψη της Άγκυρας, έλαβε το τηλεφώνημα για την απαγκίστρωση του δικού μας στρατού. Αυτό ήταν το ζενίθ της ελληνικής επίθεσης. Ο στρατός συμπτύσσεται στην γραμμή Εσκή Σεχήρ - Αφιόν Καραχισάρ και μένει αδρανής για ένα έτος. Η πτώση της Άγκυρας, ίσως να έφερνε την κατάρρευση ή την συνδιαλλαγή του Κεμάλ. Αλλά η Ιστορία, δεν γράφεται με αν.
Οι προσπάθειες για διπλωματική λύση στο Λονδίνο, δεν καρποφορούν. Η διαθεσιμότητα του Βενιζέλου για συνδρομή, απορρίπτεται υπό το μίσος του διχασμού. Οι Μικρασιάτες, επιχειρούν το κίνημα της Άμυνας, που θα τους επέτρεπε την αυτόνομη οργάνωση. Όλα όμως μένουν ημιτελή. Δεν οργανώνεται σοβαρή δεύτερη γραμμή άμυνας, στην αναμενόμενη επίθεση του Κεμάλ. Οι Εθνικαμυνίτες αξιωματικοί, παραμένουν καθαιρεμένοι στην Κωνσταντινούπολη.
Σε ένα χρόνο, το μαχητικό πνεύμα της στρατιάς έχει πέσει, από τις μάταιες απώλειες και το ανέμπνευστο της ηγεσίας. Η νίκη, η κάθε νίκη απαιτεί έμπνευση και ισχύ, όραμα και αυτοπεποίθηση. Τα ιστορικά διακυβεύματα, «οι Πόρτες οι μεγάλες», χρειάζονται ιστορικά μεγέθη και εκτοπίσματα. Δεν μπορούσαν μεσαίες πολιτικές προσωπικότητες, παρά τον πατριωτισμό τους, να ανατρέψουν μόνες τα κεκτημένα του Μάτζικερτ. Τούτο, ιδίως σε δυσμενές διεθνές περιβάλλον που προκαλούσε η ίδια η παρουσία και το παρελθόν τους.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΟΚΑΘΑΡΣΗΣ.
Η αντεπίθεση του Κεμάλ εκδηλώνεται στις 13 Αυγούστου 1922, στην «εξέχουσα» του Αφιόν Καραχισάρ. Η κατάρρευση υπήρξε ραγδαία. Υπήρχε η στρατιωτική δυνατότητα ανατροπής της κατάστασης. Δεν υπήρχε όμως συντονισμένη πίστη στην νίκη. Ο μοιραίος αρχιστράτηγος Χατζηανέστης διοικούσε από την Σμύρνη, και απείχε τετρακόσια (400) χιλιόμετρα από την πρώτη γραμμή. Η υποχώρηση βασικών σωμάτων, γίνεται μέσω ορεινού εδάφους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την βραδυπορία και την αιχμαλωσία του σώματος Ν. Τρικούπη στο Αλή Βεράν, λίγες μέρες μετά.
Την τιμή του στρατού, σώζει η Ανεξάρτητη Μεραρχία, που αποχωρεί συντεταγμένη ως το Δεκελί, σώζοντας χιλιάδες πρόσφυγες.
Η συντριβή αποφεύγεται με στρατιωτική ικανότητα του συνταγματάρχη Ν.Πλαστήρα, που σπεύδει με το φοβερό σύνταγμά του, το 5/42, στο Σαλιχλί . Μάχεται μέρες και ακυρώνει την κυκλωτική κίνηση του ιππικού του Φαχρεδίν. Γλιτώνει από την αιχμαλωσία, το σύνολο του νοτίου συγκροτήματος του Στρατού. Το «Σεϊτάν Ασκέρ», όπως έλεγαν το σύνταγμα Ευζώνων του «Μαύρου Καβαλάρη», κρατά συντεταγμένη άμυνα, για να διευκολύνει την υποχώρηση διαλυμένων μονάδων και προσφύγων. Έχει στρατιώτες σαν τον Πετρακογιώργη και τον Χριστομιχάλη, τους μετέπειτα αρχηγούς της εθνικής αντίστασης στην Κρήτη.
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι και αμύθητες περιουσίες θα είχαν σωθεί αν ο Γ. Χατζηανέστης και ο Α.Στεργιάδης, πληροφορούσαν έγκαιρα τους Σμυρνιούς για την κατάρρευση του μετώπου. Επίσης, αν ο Ν. Θεοτόκης δεν απαγόρευε με αυστηρές ποινές την μεταφορά προσφύγων στην Ελλάδα με τον νόμο 2870, τον Ιούλη του 1922.
Το στοίχημα της Μικράς Ασίας ήταν δύσκολο με τον Εθνικό Διχασμό ασίγαστο. Την κρίσιμη ώρα της μάχης, δημοσιεύονταν στην Αθήνα, άρθρα όπως το «Οίκαδε» και «οι Πομερανοί», που συνέβαλλαν στο μοιραίο. Άκουσαν άραγε ποτέ οι συντάκτες τους, τις οιμωγές των ανυπεράσπιστων Ρωμιών;
Η εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον Ελληνικό Στρατό, είχε συντελεστεί στις 5 Σεπτεμβρίου 1922. Η αποχώρηση, συνοδεύονταν από δεκάδες χιλιάδες χριστιανούς, που κατευθύνονταν στα παράλια, με τις σπάθες των Τσετών στα κεφάλια τους.
Ο αφανισμός του Ελληνισμού της Ανατολής, ήταν προαποφασισμένος. Έπρεπε να αρχίσει από τον πνευματικό αρχηγέτη του. Ο Νουρεντίν, νέος στρατιωτικός διοικητής Σμύρνης, συλλαμβάνει τον Επίσκοπο Σμύρνης Χρυσόστομο και τον παραδίδει στον όχλο για να τον λυντσάρει. Είναι δικαιολογημένη η αγιοποίηση αυτού του φλογερού Ιεράρχη, «του Κ. Παλαιολόγου της Σμύρνης», που δεν εγκατέλειψε το ποίμνιό του, αν και μπορούσε.
Ο αποκεφαλισμός της Ρωμιοσύνης, ξεκινά από τους αρχιερείς. «Ο Μοσχονήσιων Αμβρόσιος επεταλώθη, ο Κυδωνιών Γρηγόριος, ετάφη ζωντανός και ο Ικονίου Ζήλων, εσφάγη . Από τους 459 ιερείς της επαρχίας Σμύρνης οι 347 βρήκαν οικτρό θάνατο. Επίσης σχεδόν όλοι οι Αρμένιοι κληρικοί».
Με διαταγή του Νουρεντίν, ζητείται να παρουσιαστούν όλοι οι άνδρες από 18 έως 65 ετών . Εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) από την περιοχή της Σμύρνης και συνολικά διακόσιες εβδομήντα χιλιάδες (270.000) Ελλήνων της Ανατολής, οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Στην Ελλάδα επέστρεψαν μόνο τριακόσιοι είκοσι (320) από αυτούς και καθόλου γυναικόπαιδα.
Η διαταγή του Νουρεντίν, όρισε την 17η Σεπτεμβρίου σαν τελευταία μέρα για την αναγκαστική αναχώρηση όλου του υπόλοιπου ελληνικού πληθυσμού.
«Κατακαημένο Αιβαλί και παινεμένο Αιδίνι,
Χαροκαμένο Εσκί Σεχήρ, αρχοντοπούλα Σμύρνη…»
Ο ξεριζωμός επιβάλλει τον εμπρησμό της πλειοψηφούσας ελληνικής Σμύρνης, της «Γκιαούρ Ιζμίρ», στις 13 του Σεπτέμβρη. Στόχος, η εκκαθάριση του κράτους από τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Η πυρπόληση ήταν εσκεμμένη και καθοδηγούμενη από τον τουρκικό, στρατό για μια εβδομάδα. Η πόλη καίγεται. Ο πληθυσμός, βρίσκει φρικτό θάνατο στην προκυμαία όπου συγκεντρώνεται για να σωθεί. Από αυτή την τραγωδία, πεθαίνουν πάνω από δώδεκα χιλιάδες (12.000) Σμυρνιοί και πρόσφυγες. Την ίδια ώρα, τα καράβια των Συμμάχων ναυλοχούν στο λιμάνι της.
Αυτό το δράμα έκανε τον Αμερικανό Πρόξενο Τζώρτζ Χόρτον, να γράψει: «Ένα από τα δυνατότερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου απ’ τη Σμύρνη, ήταν το συναίσθημα της ντροπής, διότι άνηκα στο ανθρώπινο γένος». Μνημειώδης η συνδρομή του ίδιου του Τ. Χόρτον και του πάστορα Άισα Τζένιγκς στην σωτηρία χιλιάδων ανθρώπων.
Οι άνδρες του Αιβαλί συνελήφθησαν και οδοιπορούσαν σε στρατόπεδα του εσωτερικού. Τέσσερεις χιλιάδες (4.000) φονεύθηκαν στην χαράδρα του Μουσούλ Δαγ ή στην θέση Τάμ Αλή.
«Κλάψτε για το Καράχισάρ και για τα Μοσχονήσια,
Δουλεύει ο Χάρος στα Βουρλά κι ο θάνατος στην Προύσα…»
Το μεγάλο Μοσχονήσι, είχε περίπου έξι χιλιάδες (6000 κατοίκους), όλοι Έλληνες. Όσοι δεν φονεύθηκαν, στάλθηκαν προς τα στρατόπεδα του εσωτερικού , όπου εξοντώθηκαν.
Τα Βουρλά και το Σεβδίκιοϊ, που αντιστάθηκαν ενόπλως, καταστράφηκαν ολοσχερώς.
«Από που παν’ στον Κασαμπά, στην Πάρσα και στ’ Αξάρι
Δεν πάνε πια στην Αμισό, στο Αζάφτι, στο Αξάρι…»
Από τους δέκα χιλιάδες (10.000) Έλληνες στο ανθηρό Αξάρι δολοφονήθηκαν περίπου εφτά χιλιάδες (7.000) σε μια χαράδρα στο Κιρτίκ Μπερέ.
Μπαλίκεσερ, Κύζικος, Αρτάκη, Μουδανιά, Μπάλια, Προύσα, τραγικές στιγμές. Σε σαράντα χιλιάδες οκτακόσιους (40.800), ανήλθαν τα θύματα του βορειοδυτικού μικρασιατικού ελληνισμού.
Στο στρατόπεδο του Ουσάκ, οι Μικρασιάτες που είχαν καταταγεί στον ελληνικό στρατό, φονεύθηκαν. Οι υπόλοιποι αιχμάλωτοι, θερίζονταν από τις κακουχίες και την ασιτία, καθώς και από τις επιδημίες του εξανθηματικού τύφου και της εντερίτιδας. Το βιβλίο του Ηλία Βενέζη,
«Νούμερο 31328» εμπεριέχει την βιωμένη εμπειρία του συγγραφέα, από αυτές τις συνθήκες συστηματικού φόνου και εξόντωσης.
«Διπλοχαμένη Αγιά Σοφιά, τι όνειρο, τι παγανιά,
την Σμύρνη καίνε και στο Αϊβαλί, σταυρός, αγκάθι, ξύδι και χολή...»
Συμπερασματικά, ο ακριβής αριθμός των Ελλήνων που χάθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, θα παραμείνει άγνωστος. Μπορούμε όμως να υπολογίσουμε τις συνολικές απώλειες των Ελλήνων, από το 1912 έως το 1922, γύρω στις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ψυχές.
Η τραγωδία του 1922 ολοκληρώθηκε με την παράδοση και της Ανατολικής Θράκης στον Κεμάλ, με την ανακωχή των Μουδανιών.
Η ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ.
Ενάμιση εκατομμύριο (1.500.000) περίπου κατατρεγμένοι πρόσφυγες, καταφεύγουν, με όποιο μέσο μπορούν, στην καθημαγμένη Ελλάδα. Εβδομήντα χιλιάδες (70.000) από αυτούς, πεθαίνουν από αρρώστιες και ασιτία τον πρώτο χρόνο της άφιξής τους.
Χωρίς την συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών και του Νορβηγού Φρίντχοφ Νάνσεν, που συντόνιζε τον Ερυθρό Σταυρό και τις διεθνείς φιλανθρωπικές οργανώσεις, τα θύματα και τα δράματα θα ήταν εκθετικά περισσότερα.
Τα περισσότερα θύματα του λιμού της Κατοχής, εκείνου του φρικτού χειμώνα του 1941, ήταν πάλι Μικρασιάτες πρόσφυγες.
Σε δεύτερο ξεριζωμό, στην μεταπολεμική μετανάστευση, «οι φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου οι στοές», πάλι με πρόσφυγες γέμισαν.
Εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000) από αυτούς έφυγαν για άλλες χώρες και δεν ήρθαν ποτέ στην Ελλάδα.
Έτσι, ξεριζώθηκε και καταστράφηκε ο Ελληνισμός της Ανατολής. Αυτή η θαυμάσια ρίζα, ο πλεονεκτικός πνεύμονας. Αυτή η μεγάλη ελπίδα και απαντοχή.
«Χαμένη γη και προσφυγιά τα πόδια εδώ αλλού η καρδιά
Κομμάτια μου ψάχνω να βρω να κάμω ρίζες να ξανασταθώ
Και να φωνάξω με φωνή που να ματώσουν οι ουρανοί…όλοι μας σφάζαν και μας πνίγανε μαζί…»
Ρωτήσαν μια Πόντια γιαγιά πώς μπορεί να ζει στην Μακεδονία. «Κάθε βράδυ παιδί μου που με παίρνει ο ύπνος», απάντησε, «παγαίνω στο χωριό μου, στην πατρίδα. Βρίσκω τα αρνία μου και τα σαλαγάω όλη νύχτα. Και το πρωί, ξυπνώ πάλε εδώ ».
Μυριάδες τα δράματα αυτών των θυμάτων της Ιστορίας. Επούλωναν τις πληγές τους, με την αισιοδοξία του τραγουδιού και της νέας ζωής:
«Τι σε μέλλει εσένανε από που ειμ’ εγώ, από το Καρατάσι φως μου ή απ΄ το Κορδελιό; Απ’ τον τόπο που ‘μαι γω ξεύρουν ν΄αγαπούν, ξεύρουν τον καημό να κρύβουν ξεύρουν να γλεντούν…»
Ήρθαν αυτοί ο εξελιγμένοι νοικοκυραίοι, ο προοδευτικοί Μικρασιάτες και μπόλιασαν και ανέδειξαν τον τόπο, με την γνώση και την ζωτικότητά τους. Η Ελλάδα, άλλαξε όψη με το επίπεδο της παρουσίας τους και απέκτησε εθνική ομοιογένεια.
Ζοφερή ήταν η υποδοχή τους. Δύσκολη η επιβίωσή τους. Πολιτικό κόμμα με καταστατικό σκοπό την εκδίωξη των προσφύγων, συγκέντρωνε ποσοστό 14% στην Μακεδονία του Μεσοπολέμου.
Στην Κρήτη, έζωναν τα προσφυγοχώρια και πυροβολούσαν τους τρομαγμένους Συνέλληνες, για να τους αρπάξουν τις ανταλλάξιμες περιουσίες. Απαξιωτικές, οι προσφωνήσεις που τους απεύθυναν. Με φράσεις που δεν χωρά η ευπρέπεια να αναφερθούν. Σε ποιους; Στους λεβέντες Βουρλιώτες και τους Αϊβαλιώτες που τους έτρεμε η Τουρκιά; Σε ποιους; Στους ασίκηδες και κοντραμπατζήδες Αλικαρνασσώτες; Σε ποιους; Στους εργώδεις Καππαδόκες, τους κληρονόμους του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου Νίσσης και του Ναζιανζηνού;
«Ωρέ μη φοβηθείς τον άνθρωπο Λούλα μου, Μαρικούλα μου, όσο θεριό και να ‘ναι. Ωρέ και να μασά τα σίδερα και να τα καταπίνει…»
Έτσι πέρασε ο καιρός και πήγε. Και κλείσανε οι πληγές.
Και ήρθε η ώρα σήμερα, απέναντι σε αυτή την παλιά παντοειδή καταφρόνια, να πει ο καθένας μας, και κυρίως ο κάθε υπερυπερήφανος Κρητικός, σαν ελάχιστη συγχώρεση: Είμαι Δαμανιανός! Είμαι Ατσαλενιώτης! Είμαι από τα Φιλίσια, από τον Τεκέ, από τ’ Αλάτσατα! Είμαι Αξενός, Βουρλιώτης, Φορτετσανός! Είμαι πρόσφυγας!
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ
Στάθηκε Ολύμπιος πάνω από την συμφορά, ο Μεγάλος Κρητικός. Διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε την συνθήκη της Λωζάνης, τον Ιούλη 1923. Νωρίτερα, ενέκρινε την ανταλλαγή των πληθυσμών, για να σώσει από τον αφανισμό όσους κρύβονταν ακόμα στην Μικρασία. Φύγαν κι από την Ελλάδα, 500.000 μουσουλμάνοι προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Με την Λωζάνη, η Τουρκία πήρε την Μικρασία και τα Στενά και οι Έλληνες το Αιγαίο. Και έμεινε η Κύπρος σε βρετανικό έλεγχο, ως δέλεαρ και φόβητρο για τους δύο πληγωμένους λαούς.
Πέρασαν εκατό χρόνια από τότε. Τα πρώτα εκατό, τα εύκολα. Στα πενήντα πρώτα, υπήρχε μια ισορροπία. Με τα Σεπτεμβριανά, το πογκρόμ του 1955 και μετά, εξαλείφθηκαν οι Έλληνες της Πόλης. Το 1974, είχαμε την εισβολή και την κατοχή στην Κύπρο. Στα πενήντα χρόνια έκτοτε, έχουμε την αμφισβήτηση του Αιγαίου ως τον 25ο μεσημβρινό. Έχουμε επίσης την ξεκάθαρη προειδοποίηση και απειλή των τελευταίων ημερών, ότι «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά». Ας μην έχουμε αμφιβολία για την τύχη των κατοίκων, αν ήθελε καταφέρουν να πατήσουν κατοικημένη στεριά.
Τα επόμενα εκατό χρόνια από σήμερα και στο μέλλον, θα είναι τα υπαρξιακά χρόνια. Ο Ελληνισμός, στερημένος τον ανατολικό του πνεύμονα, γαντζώνεται σήμερα στο Αιγαίο και την Κύπρο. Εκεί, όπου απειλεί ευθέως, έμπρακτα και καθημερινά η ηγεσία της Τουρκίας. Δεν είναι εφήμερες, ούτε προσωπικές οι απειλές. Απηχούν μια δομική προσπάθεια ελέγχου όλης της Ανατολικής Μεσογείου, μέσω της δορυφοροποίησης των γειτονικών κρατών. ‘Ό,τι δεν κατάφερε ο Βενιζέλος το 1919, θα το προσπαθήσουν οι γείτονες τις επόμενες γενιές με αντίστροφη πορεία. Αυτή η επιθυμία, έχει τις ρίζες της, σε ό,τι συνέβη το 1922. Έχει άμεσο εμπόδιο, πάλι τον Ελληνισμό.
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΘΑΛΑΣΣΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΑΚΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ.
Απέναντι στην ανισομέρεια των δεικτών ισχύος, ζητούνται λύσεις. Κάθε άνθρωπος και κάθε λαός, δεν μπορεί να ζήσει παρά μόνο με όραμα και ελπίδα προοπτικής. Η προφανής μακροϊστορική λύση στην σημερινή κατάσταση, είναι η κυριαρχία στην περιβάλλουσα θάλασσα, με όρους διεθνούς δικαίου.
Η απώλεια της ξηράς, είδαμε ότι δημιούργησε απειλές και διωγμούς. Οι διατάξεις του διεθνούς δικαίου είναι η απάντηση σε αυτό. Η διεθνής συνθήκη για το δίκαιο των θαλασσών του Μοντέγκο Μπέι (Montego Bay, 1982), δίνει την ελπίδα και την δυνατότητα στον Ελληνισμό, να απαντήσει στις απώλειες δεκαετιών με καταλυτικό τρόπο, ανατρέποντας τα δεδομένα σε ιστορικό βάθος.
Ο ορίζοντας του θαλασσοπόρου Οδυσσέα, πάντα νικά. Αφήνει μεγαλύτερο πολιτισμικό αποτύπωμα, σε σύγκριση με την βία και την χερσαία νοοτροπία του Αχιλλέα, που στο τέλος αυτοκαταστρέφεται.
Το 1998 , δύο χρόνια μετά τα Ίμια, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη «της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος». Όρθωσε δηλαδή οροθέσιο στην μνήμη. Και ορθά.
Η εξόντωση των χριστιανών της Μικρασίας, ήταν η πειραματική προεργασία, όπου δοκιμάστηκαν οι γενοκτονίες, το Ολοκαύτωμα και οι εθνοκαθάρσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όλα τα ονείδη της Ιστορίας, επενδύουν στην λήθη και φοβούνται το φως.
Η μνήμη μισού και πλέον εκατομμύριου ανθρώπων, σκοτωμένων από διεστραμμένες πολιτικές επιλογές, είναι δύναμη. Η μνήμη τριπλάσιων ξεριζωμένων, είναι ασπίδα για την μη επανάληψη των τραγωδιών. Η μνήμη, είναι υποχρέωση απέναντι στον παγκόσμιο πολιτισμό και το δίκαιο.
Η ειρήνη και η παντοειδής ετοιμότητα, είναι οι μεγάλες προτεραιότητες του Ελληνισμού, στην μνήμη της Μικρασιατικής τραγωδίας. Αυτής, που βιώνουμε για χρόνια τις συνέπειές της, αλλά είμαστε έτοιμοι και ικανοί να μην την βιώσουμε αλλού και να την επουλώσουμε.
Σίγουρα μπορούμε, με το βλέμμα και την ψυχή στραμμένα στην θάλασσα, στο υγρό στοιχείο του Θαλή από την Μίλητο της Ιωνίας…
*Το παραπάνω κείμενο, εκφωνήθηκε ως ομιλία από τον συντάκτη του, στην επέτειο των 100 χρόνων από την Μικρασιατική Καταστροφή που διοργάνωσε η Περιφέρεια Κρήτης, μέσα στην εκκλησία του Αγίου Μηνά, στο Ηράκλειο, στις 18-09-2022.
Πηγές:
1. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», 15ος τόμος, Εκδοτική Αθηνών.
2. «Ταξίδι Μέλιτος». Μίμης Ανδρουλάκης. Πατάκης 2015.
3. «Χαμένες Πατρίδες». Ιωάννης Π. Καψής. Λιβάνης 2001.
4. «Μικρασιατική Καταστροφή. Πενήντα ερωτήματα και απαντήσεις». Α. Συρίγος-Ε. Χατζηβασιλείου. Πατάκης 2022.
ΝΙΚΟΣ Κ. ΣΚΟΥΛΑΣ
Δικηγόρος - Αντιπεριφερειάρχης Τεχνικών Έργων Περιφέρειας Κρήτης www.nikosskoulas.gr
Η αντεπίθεση του Κεμάλ εκδηλώνεται στις 13 Αυγούστου 1922, στην «εξέχουσα» του Αφιόν Καραχισάρ. Η κατάρρευση υπήρξε ραγδαία. Υπήρχε η στρατιωτική δυνατότητα ανατροπής της κατάστασης. Δεν υπήρχε όμως συντονισμένη πίστη στην νίκη. Ο μοιραίος αρχιστράτηγος Χατζηανέστης διοικούσε από την Σμύρνη, και απείχε τετρακόσια (400) χιλιόμετρα από την πρώτη γραμμή. Η υποχώρηση βασικών σωμάτων, γίνεται μέσω ορεινού εδάφους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την βραδυπορία και την αιχμαλωσία του σώματος Ν. Τρικούπη στο Αλή Βεράν, λίγες μέρες μετά.
Την τιμή του στρατού, σώζει η Ανεξάρτητη Μεραρχία, που αποχωρεί συντεταγμένη ως το Δεκελί, σώζοντας χιλιάδες πρόσφυγες.
Η συντριβή αποφεύγεται με στρατιωτική ικανότητα του συνταγματάρχη Ν.Πλαστήρα, που σπεύδει με το φοβερό σύνταγμά του, το 5/42, στο Σαλιχλί . Μάχεται μέρες και ακυρώνει την κυκλωτική κίνηση του ιππικού του Φαχρεδίν. Γλιτώνει από την αιχμαλωσία, το σύνολο του νοτίου συγκροτήματος του Στρατού. Το «Σεϊτάν Ασκέρ», όπως έλεγαν το σύνταγμα Ευζώνων του «Μαύρου Καβαλάρη», κρατά συντεταγμένη άμυνα, για να διευκολύνει την υποχώρηση διαλυμένων μονάδων και προσφύγων. Έχει στρατιώτες σαν τον Πετρακογιώργη και τον Χριστομιχάλη, τους μετέπειτα αρχηγούς της εθνικής αντίστασης στην Κρήτη.
Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι και αμύθητες περιουσίες θα είχαν σωθεί αν ο Γ. Χατζηανέστης και ο Α.Στεργιάδης, πληροφορούσαν έγκαιρα τους Σμυρνιούς για την κατάρρευση του μετώπου. Επίσης, αν ο Ν. Θεοτόκης δεν απαγόρευε με αυστηρές ποινές την μεταφορά προσφύγων στην Ελλάδα με τον νόμο 2870, τον Ιούλη του 1922.
Το στοίχημα της Μικράς Ασίας ήταν δύσκολο με τον Εθνικό Διχασμό ασίγαστο. Την κρίσιμη ώρα της μάχης, δημοσιεύονταν στην Αθήνα, άρθρα όπως το «Οίκαδε» και «οι Πομερανοί», που συνέβαλλαν στο μοιραίο. Άκουσαν άραγε ποτέ οι συντάκτες τους, τις οιμωγές των ανυπεράσπιστων Ρωμιών;
Η εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον Ελληνικό Στρατό, είχε συντελεστεί στις 5 Σεπτεμβρίου 1922. Η αποχώρηση, συνοδεύονταν από δεκάδες χιλιάδες χριστιανούς, που κατευθύνονταν στα παράλια, με τις σπάθες των Τσετών στα κεφάλια τους.
Ο αφανισμός του Ελληνισμού της Ανατολής, ήταν προαποφασισμένος. Έπρεπε να αρχίσει από τον πνευματικό αρχηγέτη του. Ο Νουρεντίν, νέος στρατιωτικός διοικητής Σμύρνης, συλλαμβάνει τον Επίσκοπο Σμύρνης Χρυσόστομο και τον παραδίδει στον όχλο για να τον λυντσάρει. Είναι δικαιολογημένη η αγιοποίηση αυτού του φλογερού Ιεράρχη, «του Κ. Παλαιολόγου της Σμύρνης», που δεν εγκατέλειψε το ποίμνιό του, αν και μπορούσε.
Ο αποκεφαλισμός της Ρωμιοσύνης, ξεκινά από τους αρχιερείς. «Ο Μοσχονήσιων Αμβρόσιος επεταλώθη, ο Κυδωνιών Γρηγόριος, ετάφη ζωντανός και ο Ικονίου Ζήλων, εσφάγη . Από τους 459 ιερείς της επαρχίας Σμύρνης οι 347 βρήκαν οικτρό θάνατο. Επίσης σχεδόν όλοι οι Αρμένιοι κληρικοί».
Με διαταγή του Νουρεντίν, ζητείται να παρουσιαστούν όλοι οι άνδρες από 18 έως 65 ετών . Εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) από την περιοχή της Σμύρνης και συνολικά διακόσιες εβδομήντα χιλιάδες (270.000) Ελλήνων της Ανατολής, οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Στην Ελλάδα επέστρεψαν μόνο τριακόσιοι είκοσι (320) από αυτούς και καθόλου γυναικόπαιδα.
Η διαταγή του Νουρεντίν, όρισε την 17η Σεπτεμβρίου σαν τελευταία μέρα για την αναγκαστική αναχώρηση όλου του υπόλοιπου ελληνικού πληθυσμού.
«Κατακαημένο Αιβαλί και παινεμένο Αιδίνι,
Χαροκαμένο Εσκί Σεχήρ, αρχοντοπούλα Σμύρνη…»
Ο ξεριζωμός επιβάλλει τον εμπρησμό της πλειοψηφούσας ελληνικής Σμύρνης, της «Γκιαούρ Ιζμίρ», στις 13 του Σεπτέμβρη. Στόχος, η εκκαθάριση του κράτους από τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Η πυρπόληση ήταν εσκεμμένη και καθοδηγούμενη από τον τουρκικό, στρατό για μια εβδομάδα. Η πόλη καίγεται. Ο πληθυσμός, βρίσκει φρικτό θάνατο στην προκυμαία όπου συγκεντρώνεται για να σωθεί. Από αυτή την τραγωδία, πεθαίνουν πάνω από δώδεκα χιλιάδες (12.000) Σμυρνιοί και πρόσφυγες. Την ίδια ώρα, τα καράβια των Συμμάχων ναυλοχούν στο λιμάνι της.
Αυτό το δράμα έκανε τον Αμερικανό Πρόξενο Τζώρτζ Χόρτον, να γράψει: «Ένα από τα δυνατότερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου απ’ τη Σμύρνη, ήταν το συναίσθημα της ντροπής, διότι άνηκα στο ανθρώπινο γένος». Μνημειώδης η συνδρομή του ίδιου του Τ. Χόρτον και του πάστορα Άισα Τζένιγκς στην σωτηρία χιλιάδων ανθρώπων.
Οι άνδρες του Αιβαλί συνελήφθησαν και οδοιπορούσαν σε στρατόπεδα του εσωτερικού. Τέσσερεις χιλιάδες (4.000) φονεύθηκαν στην χαράδρα του Μουσούλ Δαγ ή στην θέση Τάμ Αλή.
«Κλάψτε για το Καράχισάρ και για τα Μοσχονήσια,
Δουλεύει ο Χάρος στα Βουρλά κι ο θάνατος στην Προύσα…»
Το μεγάλο Μοσχονήσι, είχε περίπου έξι χιλιάδες (6000 κατοίκους), όλοι Έλληνες. Όσοι δεν φονεύθηκαν, στάλθηκαν προς τα στρατόπεδα του εσωτερικού , όπου εξοντώθηκαν.
Τα Βουρλά και το Σεβδίκιοϊ, που αντιστάθηκαν ενόπλως, καταστράφηκαν ολοσχερώς.
«Από που παν’ στον Κασαμπά, στην Πάρσα και στ’ Αξάρι
Δεν πάνε πια στην Αμισό, στο Αζάφτι, στο Αξάρι…»
Από τους δέκα χιλιάδες (10.000) Έλληνες στο ανθηρό Αξάρι δολοφονήθηκαν περίπου εφτά χιλιάδες (7.000) σε μια χαράδρα στο Κιρτίκ Μπερέ.
Μπαλίκεσερ, Κύζικος, Αρτάκη, Μουδανιά, Μπάλια, Προύσα, τραγικές στιγμές. Σε σαράντα χιλιάδες οκτακόσιους (40.800), ανήλθαν τα θύματα του βορειοδυτικού μικρασιατικού ελληνισμού.
Στο στρατόπεδο του Ουσάκ, οι Μικρασιάτες που είχαν καταταγεί στον ελληνικό στρατό, φονεύθηκαν. Οι υπόλοιποι αιχμάλωτοι, θερίζονταν από τις κακουχίες και την ασιτία, καθώς και από τις επιδημίες του εξανθηματικού τύφου και της εντερίτιδας. Το βιβλίο του Ηλία Βενέζη,
«Νούμερο 31328» εμπεριέχει την βιωμένη εμπειρία του συγγραφέα, από αυτές τις συνθήκες συστηματικού φόνου και εξόντωσης.
«Διπλοχαμένη Αγιά Σοφιά, τι όνειρο, τι παγανιά,
την Σμύρνη καίνε και στο Αϊβαλί, σταυρός, αγκάθι, ξύδι και χολή...»
Συμπερασματικά, ο ακριβής αριθμός των Ελλήνων που χάθηκαν κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, θα παραμείνει άγνωστος. Μπορούμε όμως να υπολογίσουμε τις συνολικές απώλειες των Ελλήνων, από το 1912 έως το 1922, γύρω στις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ψυχές.
Η τραγωδία του 1922 ολοκληρώθηκε με την παράδοση και της Ανατολικής Θράκης στον Κεμάλ, με την ανακωχή των Μουδανιών.
Η ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ.
Ενάμιση εκατομμύριο (1.500.000) περίπου κατατρεγμένοι πρόσφυγες, καταφεύγουν, με όποιο μέσο μπορούν, στην καθημαγμένη Ελλάδα. Εβδομήντα χιλιάδες (70.000) από αυτούς, πεθαίνουν από αρρώστιες και ασιτία τον πρώτο χρόνο της άφιξής τους.
Χωρίς την συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών και του Νορβηγού Φρίντχοφ Νάνσεν, που συντόνιζε τον Ερυθρό Σταυρό και τις διεθνείς φιλανθρωπικές οργανώσεις, τα θύματα και τα δράματα θα ήταν εκθετικά περισσότερα.
Τα περισσότερα θύματα του λιμού της Κατοχής, εκείνου του φρικτού χειμώνα του 1941, ήταν πάλι Μικρασιάτες πρόσφυγες.
Σε δεύτερο ξεριζωμό, στην μεταπολεμική μετανάστευση, «οι φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου οι στοές», πάλι με πρόσφυγες γέμισαν.
Εκατόν τριάντα χιλιάδες (130.000) από αυτούς έφυγαν για άλλες χώρες και δεν ήρθαν ποτέ στην Ελλάδα.
Έτσι, ξεριζώθηκε και καταστράφηκε ο Ελληνισμός της Ανατολής. Αυτή η θαυμάσια ρίζα, ο πλεονεκτικός πνεύμονας. Αυτή η μεγάλη ελπίδα και απαντοχή.
«Χαμένη γη και προσφυγιά τα πόδια εδώ αλλού η καρδιά
Κομμάτια μου ψάχνω να βρω να κάμω ρίζες να ξανασταθώ
Και να φωνάξω με φωνή που να ματώσουν οι ουρανοί…όλοι μας σφάζαν και μας πνίγανε μαζί…»
Ρωτήσαν μια Πόντια γιαγιά πώς μπορεί να ζει στην Μακεδονία. «Κάθε βράδυ παιδί μου που με παίρνει ο ύπνος», απάντησε, «παγαίνω στο χωριό μου, στην πατρίδα. Βρίσκω τα αρνία μου και τα σαλαγάω όλη νύχτα. Και το πρωί, ξυπνώ πάλε εδώ ».
Μυριάδες τα δράματα αυτών των θυμάτων της Ιστορίας. Επούλωναν τις πληγές τους, με την αισιοδοξία του τραγουδιού και της νέας ζωής:
«Τι σε μέλλει εσένανε από που ειμ’ εγώ, από το Καρατάσι φως μου ή απ΄ το Κορδελιό; Απ’ τον τόπο που ‘μαι γω ξεύρουν ν΄αγαπούν, ξεύρουν τον καημό να κρύβουν ξεύρουν να γλεντούν…»
Ήρθαν αυτοί ο εξελιγμένοι νοικοκυραίοι, ο προοδευτικοί Μικρασιάτες και μπόλιασαν και ανέδειξαν τον τόπο, με την γνώση και την ζωτικότητά τους. Η Ελλάδα, άλλαξε όψη με το επίπεδο της παρουσίας τους και απέκτησε εθνική ομοιογένεια.
Ζοφερή ήταν η υποδοχή τους. Δύσκολη η επιβίωσή τους. Πολιτικό κόμμα με καταστατικό σκοπό την εκδίωξη των προσφύγων, συγκέντρωνε ποσοστό 14% στην Μακεδονία του Μεσοπολέμου.
Στην Κρήτη, έζωναν τα προσφυγοχώρια και πυροβολούσαν τους τρομαγμένους Συνέλληνες, για να τους αρπάξουν τις ανταλλάξιμες περιουσίες. Απαξιωτικές, οι προσφωνήσεις που τους απεύθυναν. Με φράσεις που δεν χωρά η ευπρέπεια να αναφερθούν. Σε ποιους; Στους λεβέντες Βουρλιώτες και τους Αϊβαλιώτες που τους έτρεμε η Τουρκιά; Σε ποιους; Στους ασίκηδες και κοντραμπατζήδες Αλικαρνασσώτες; Σε ποιους; Στους εργώδεις Καππαδόκες, τους κληρονόμους του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου Νίσσης και του Ναζιανζηνού;
«Ωρέ μη φοβηθείς τον άνθρωπο Λούλα μου, Μαρικούλα μου, όσο θεριό και να ‘ναι. Ωρέ και να μασά τα σίδερα και να τα καταπίνει…»
Έτσι πέρασε ο καιρός και πήγε. Και κλείσανε οι πληγές.
Και ήρθε η ώρα σήμερα, απέναντι σε αυτή την παλιά παντοειδή καταφρόνια, να πει ο καθένας μας, και κυρίως ο κάθε υπερυπερήφανος Κρητικός, σαν ελάχιστη συγχώρεση: Είμαι Δαμανιανός! Είμαι Ατσαλενιώτης! Είμαι από τα Φιλίσια, από τον Τεκέ, από τ’ Αλάτσατα! Είμαι Αξενός, Βουρλιώτης, Φορτετσανός! Είμαι πρόσφυγας!
Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΕΠΕΙΤΑ
Στάθηκε Ολύμπιος πάνω από την συμφορά, ο Μεγάλος Κρητικός. Διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε την συνθήκη της Λωζάνης, τον Ιούλη 1923. Νωρίτερα, ενέκρινε την ανταλλαγή των πληθυσμών, για να σώσει από τον αφανισμό όσους κρύβονταν ακόμα στην Μικρασία. Φύγαν κι από την Ελλάδα, 500.000 μουσουλμάνοι προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Με την Λωζάνη, η Τουρκία πήρε την Μικρασία και τα Στενά και οι Έλληνες το Αιγαίο. Και έμεινε η Κύπρος σε βρετανικό έλεγχο, ως δέλεαρ και φόβητρο για τους δύο πληγωμένους λαούς.
Πέρασαν εκατό χρόνια από τότε. Τα πρώτα εκατό, τα εύκολα. Στα πενήντα πρώτα, υπήρχε μια ισορροπία. Με τα Σεπτεμβριανά, το πογκρόμ του 1955 και μετά, εξαλείφθηκαν οι Έλληνες της Πόλης. Το 1974, είχαμε την εισβολή και την κατοχή στην Κύπρο. Στα πενήντα χρόνια έκτοτε, έχουμε την αμφισβήτηση του Αιγαίου ως τον 25ο μεσημβρινό. Έχουμε επίσης την ξεκάθαρη προειδοποίηση και απειλή των τελευταίων ημερών, ότι «θα έρθουμε ένα βράδυ ξαφνικά». Ας μην έχουμε αμφιβολία για την τύχη των κατοίκων, αν ήθελε καταφέρουν να πατήσουν κατοικημένη στεριά.
Τα επόμενα εκατό χρόνια από σήμερα και στο μέλλον, θα είναι τα υπαρξιακά χρόνια. Ο Ελληνισμός, στερημένος τον ανατολικό του πνεύμονα, γαντζώνεται σήμερα στο Αιγαίο και την Κύπρο. Εκεί, όπου απειλεί ευθέως, έμπρακτα και καθημερινά η ηγεσία της Τουρκίας. Δεν είναι εφήμερες, ούτε προσωπικές οι απειλές. Απηχούν μια δομική προσπάθεια ελέγχου όλης της Ανατολικής Μεσογείου, μέσω της δορυφοροποίησης των γειτονικών κρατών. ‘Ό,τι δεν κατάφερε ο Βενιζέλος το 1919, θα το προσπαθήσουν οι γείτονες τις επόμενες γενιές με αντίστροφη πορεία. Αυτή η επιθυμία, έχει τις ρίζες της, σε ό,τι συνέβη το 1922. Έχει άμεσο εμπόδιο, πάλι τον Ελληνισμό.
Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΘΑΛΑΣΣΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΑΚΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ.
Απέναντι στην ανισομέρεια των δεικτών ισχύος, ζητούνται λύσεις. Κάθε άνθρωπος και κάθε λαός, δεν μπορεί να ζήσει παρά μόνο με όραμα και ελπίδα προοπτικής. Η προφανής μακροϊστορική λύση στην σημερινή κατάσταση, είναι η κυριαρχία στην περιβάλλουσα θάλασσα, με όρους διεθνούς δικαίου.
Η απώλεια της ξηράς, είδαμε ότι δημιούργησε απειλές και διωγμούς. Οι διατάξεις του διεθνούς δικαίου είναι η απάντηση σε αυτό. Η διεθνής συνθήκη για το δίκαιο των θαλασσών του Μοντέγκο Μπέι (Montego Bay, 1982), δίνει την ελπίδα και την δυνατότητα στον Ελληνισμό, να απαντήσει στις απώλειες δεκαετιών με καταλυτικό τρόπο, ανατρέποντας τα δεδομένα σε ιστορικό βάθος.
Ο ορίζοντας του θαλασσοπόρου Οδυσσέα, πάντα νικά. Αφήνει μεγαλύτερο πολιτισμικό αποτύπωμα, σε σύγκριση με την βία και την χερσαία νοοτροπία του Αχιλλέα, που στο τέλος αυτοκαταστρέφεται.
Το 1998 , δύο χρόνια μετά τα Ίμια, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη «της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος». Όρθωσε δηλαδή οροθέσιο στην μνήμη. Και ορθά.
Η εξόντωση των χριστιανών της Μικρασίας, ήταν η πειραματική προεργασία, όπου δοκιμάστηκαν οι γενοκτονίες, το Ολοκαύτωμα και οι εθνοκαθάρσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όλα τα ονείδη της Ιστορίας, επενδύουν στην λήθη και φοβούνται το φως.
Η μνήμη μισού και πλέον εκατομμύριου ανθρώπων, σκοτωμένων από διεστραμμένες πολιτικές επιλογές, είναι δύναμη. Η μνήμη τριπλάσιων ξεριζωμένων, είναι ασπίδα για την μη επανάληψη των τραγωδιών. Η μνήμη, είναι υποχρέωση απέναντι στον παγκόσμιο πολιτισμό και το δίκαιο.
Η ειρήνη και η παντοειδής ετοιμότητα, είναι οι μεγάλες προτεραιότητες του Ελληνισμού, στην μνήμη της Μικρασιατικής τραγωδίας. Αυτής, που βιώνουμε για χρόνια τις συνέπειές της, αλλά είμαστε έτοιμοι και ικανοί να μην την βιώσουμε αλλού και να την επουλώσουμε.
Σίγουρα μπορούμε, με το βλέμμα και την ψυχή στραμμένα στην θάλασσα, στο υγρό στοιχείο του Θαλή από την Μίλητο της Ιωνίας…
*Το παραπάνω κείμενο, εκφωνήθηκε ως ομιλία από τον συντάκτη του, στην επέτειο των 100 χρόνων από την Μικρασιατική Καταστροφή που διοργάνωσε η Περιφέρεια Κρήτης, μέσα στην εκκλησία του Αγίου Μηνά, στο Ηράκλειο, στις 18-09-2022.
Πηγές:
1. «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», 15ος τόμος, Εκδοτική Αθηνών.
2. «Ταξίδι Μέλιτος». Μίμης Ανδρουλάκης. Πατάκης 2015.
3. «Χαμένες Πατρίδες». Ιωάννης Π. Καψής. Λιβάνης 2001.
4. «Μικρασιατική Καταστροφή. Πενήντα ερωτήματα και απαντήσεις». Α. Συρίγος-Ε. Χατζηβασιλείου. Πατάκης 2022.
ΝΙΚΟΣ Κ. ΣΚΟΥΛΑΣ
Δικηγόρος - Αντιπεριφερειάρχης Τεχνικών Έργων Περιφέρειας Κρήτης www.nikosskoulas.gr