Έντονη η παρουσία των νέων ερευνητών και σημαντική η ανταπόκριση του κοινού που παρακολουθεί και σήμερα τις παράλληλες μεταδόσεις των συνεδριών μέσω της ιστοσελίδας του Συνεδρίου (https://www.13-iccs.gr/ ).
Στην Ολομέλεια, ο προσκεκλημένος ομιλητής του Συνεδρίου ο καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σιένα κ. Enrico Zanini, ανέπτυξε το θέμα «Γόρτυνα Κρήτης στους πρώιμους Βυζαντινούς χρόνους: Αρχαιολογία μας «μέσης» πόλης της Μεσογείου σε μετασχηματισμό». Ο κ. Zanini μίλησε για την πολύ εντυπωσιακή «μεταμόρφωση» της Γόρτυνας από τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους οπότε έγινε πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας Κρήτης και Κυρηναϊκής και γνώρισε μεγάλη οικοδομική ανάπτυξη, ως τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους, την αραβική κατάκτηση τον 9ο αι., την απελευθέρωση από τον Νικηφόρο Φωκά και τη σταδιακή υποβάθμιση της ως πόλεως. «Η βασική έρευνά μας αφορά μία έκταση από το ιερό του Πύθιου Απόλλωνα έως το ρωμαϊκό Πραιτώριο, η λεγόμενη «Βυζαντινή Συνοικία», που αν και μικρή, μας αποκαλύπτει τη μεγάλη εικόνα της βυζαντινής καθημερινότητας, των προβλημάτων που υπήρχαν αλλά και του τέλους της πόλης όταν η Μεσόγειος θα γίνονταν «αραβική» και το ενδιαφέρον από τον νότο της Κρήτης θα στρέφονταν στον βορρά. Η ανασκαφή προσφέρει μεγάλο αριθμό φρέσκων αρχαιολογικών δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία μιας νέας και πιο περίπλοκης εικόνας μιας «μέτριας πόλης» στην Πρωτοβυζαντινή Μεσόγειο».
Στην Ολομέλεια, ο προσκεκλημένος ομιλητής του Συνεδρίου ο καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σιένα κ. Enrico Zanini, ανέπτυξε το θέμα «Γόρτυνα Κρήτης στους πρώιμους Βυζαντινούς χρόνους: Αρχαιολογία μας «μέσης» πόλης της Μεσογείου σε μετασχηματισμό». Ο κ. Zanini μίλησε για την πολύ εντυπωσιακή «μεταμόρφωση» της Γόρτυνας από τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους οπότε έγινε πρωτεύουσα της ρωμαϊκής επαρχίας Κρήτης και Κυρηναϊκής και γνώρισε μεγάλη οικοδομική ανάπτυξη, ως τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους, την αραβική κατάκτηση τον 9ο αι., την απελευθέρωση από τον Νικηφόρο Φωκά και τη σταδιακή υποβάθμιση της ως πόλεως. «Η βασική έρευνά μας αφορά μία έκταση από το ιερό του Πύθιου Απόλλωνα έως το ρωμαϊκό Πραιτώριο, η λεγόμενη «Βυζαντινή Συνοικία», που αν και μικρή, μας αποκαλύπτει τη μεγάλη εικόνα της βυζαντινής καθημερινότητας, των προβλημάτων που υπήρχαν αλλά και του τέλους της πόλης όταν η Μεσόγειος θα γίνονταν «αραβική» και το ενδιαφέρον από τον νότο της Κρήτης θα στρέφονταν στον βορρά. Η ανασκαφή προσφέρει μεγάλο αριθμό φρέσκων αρχαιολογικών δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία μιας νέας και πιο περίπλοκης εικόνας μιας «μέτριας πόλης» στην Πρωτοβυζαντινή Μεσόγειο».
Στην Ολομέλεια, επίσης, προσκεκλημένη ομιλήτρια η ομότιμη καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ κα. Μαρία Κωνσταντουδάκη-Κιτρομηλίδου μίλησε για τη «Βυζαντινή ζωγραφική στον Ν. Λασιθίου (14ος-15ος αι.): Συνέχειες, κενά, ιδιαιτερότητες, μαρτυρίες κοινωνικής πραγματικότητας». Με βάση επιλεγμένα τοιχογραφικά σύνολα επισήμανε όψεις της μνημειακής ζωγραφικής στην ανατολική Κρήτη εντοπίζοντας μαρτυρίες για την κοινωνία και τον υλικό πολιτισμό της εποχής. Η κα. Κητρομιλίδου αναφέρθηκε στη μελέτη τοιχογραφιών βυζαντινής τέχνης σε ναούς του νομού Λασιθίου. «Οι σωζόμενες τοιχογραφίες τεκμηριώνουν τη συνέχεια της βυζαντινής παράδοσης και την απήχηση παλαιολόγειων προτύπων ως προς τα εικονογραφικά προγράμματα και θέματα, την τεχνική, τους εκφραστικούς τρόπους. Στοιχεία της δυτικής τέχνης υιοθετούνται αραιά στη ζωγραφική. Το συγγενικό εικαστικό λεξιλόγιο σε ορισμένα μνημεία είναι ενδεικτικό επικοινωνίας μεταξύ συνεργείων και μετακινήσεων των ζωγράφων» ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας παράλληλα ότι η ποιότητα της τέχνης ποικίλλει ανάλογα με την παραγγελία, τους δημιουργούς ή τις επαφές με καλλιτεχνικά κέντρα. «Ενίοτε ο χαρακτήρας του διακόσμου, η αφιέρωση του ναού, οι παραστάσεις, υποδηλώνουν ιδιαίτερη ταυτότητα σχετική με την παραγγελιοδοσία ή παραπέμπουν στο ιδεολογικό κλίμα της εποχής, όπως στις αντιπαραθέσεις μεταξύ Ορθοδόξων και φιλενωτικών κύκλων», συμπλήρωσε.